Η συχνότητα του καρκίνου του μαστού αυξάνεται συνεχώς στην Ελλάδα, σε
αντίθεση με τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πιθανώς λόγω των
μειωμένων ή καθυστερημένων γεννήσεων και της παχυσαρκίας των μεσήλικων
γυναικών. Ωστόσο, η θνητότητα από αυτόν μειώνεται χάρη στην πιο έγκαιρη
διάγνωση και στη συνεχή βελτίωση και διαθεσιμότητα των θεραπειών.
Η αυξανόμενη χρήση της μαστογραφίας έχει ως αποτέλεσμα τη διάγνωση του καρκίνου του μαστού σε ολοένα και πιο πρώιμο στάδιο (μικρότεροι όγκοι, χωρίς διήθηση των λεμφαδένων της μασχάλης), οπότε οι πιθανότητες επιτυχούς αντιμετώπισής του είναι αυξημένες.
Ο καρκίνος του μαστού αποτελεί την πιο συχνή κακοήθη νόσο στις γυναίκες - υπολογίζεται ότι ετησίως ανιχνεύεται σε περίπου 4.500 Ελληνίδες. Ωστόσο, σημαντικός αριθμός γυναικών (πιθανώς υπερβαίνει το 50% στις ηλικίες άνω των 40 ετών) δεν κάνουν ψηλάφηση μαστού ούτε μαστογραφία, γεγονός που καθυστερεί τη διάγνωσή του.
Σε πολύ μεγάλες τυχαιοποιημένες μελέτες που έχουν γίνει έχει αποδειχθεί η χρησιμότητα της μαστογραφίας στην αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού..
Η μαστογραφία είναι περισσότερο χρήσιμη σε μεγαλύτερες σε ηλικία γυναίκες, οι οποίες και διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν καρκίνο του μαστού. Όπως κάθε εξέταση, όμως, έτσι και αυτή έχει κάποια πιθανά προβλήματα που σχετίζονται με τη χρήση της. Αυτά είναι:
* Θεραπεία λανθανόντων καρκίνων που δεν θα είχαν επίπτωση στην υγεία των ασθενών (υπερδιάγνωση).
* Αν είναι ψευδώς θετική η διάγνωση (μη σωστή), τότε η ασθενής θα μπει αναίτια σε διαδικασία επιπλέον εξετάσεων.
* Αν είναι ψευδώς αρνητική, αργοπορεί η διάγνωση ενώ υπάρχει καρκίνος.
* Επειδή έχει ελάχιστη ακτινοβολία, εάν μία γυναίκα εκτίθεται σε αυτήν σε ηλικία κάτω των 30 ετών μπορεί να έχει κάποιο κίνδυνο από την ακτινοβολία.
Υπολογίζεται ότι η μαστογραφία έχει περίπου 80% ευαισθησία στη διάγνωση του καρκίνου του μαστού, καθώς το 3,5% έως 7,9% των μαστογραφιών είναι ψευδώς θετικές για καρκίνο, ενώ το περίπου 10% ψευδώς αρνητικές.
Ο έλεγχοςΟι συστάσεις για προληπτικές εξετάσεις δεν έχουν αλλάξει μέχρι σήμερα και έτσι για την έγκαιρη ανίχνευση του καρκίνου του μαστού συνιστώνται τα εξής:
1. Συνεργασία με παθολόγο/ οικογενειακό ιατρό, ώστε οι γυναίκες ηλικίας άνω των 20 ετών να έχουν περιοδικές ιατρικές εξετάσεις και να τους δίνονται εξατομικευμένες συμβουλές για μείωση των παραγόντων κινδύνου για καρκίνο του μαστού. Είναι λ.χ. καλά τεκμηριωμένο πως η παχυσαρκία και η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ αποτελούν επιβαρυντικό παράγοντα σε ό,τι αφορά την πιθανότητα ανάπτυξης καρκίνου του μαστού και έτσι ο γιατρός μπορεί να ενθαρρύνει συστηματική σωματική άσκηση και μέτρια κατανάλωση αλκοόλ.
2. Ετήσια μαστογραφία. Συνιστάται από την ηλικία των 40 ετών.
3. Κλινική εξέταση των μαστών. Θα πρέπει να γίνεται περιοδικά, περίπου κάθε 3ετία στις γυναίκες κατά τις δεκαετίες των 20 και των 30 ετών, και κάθε έτος από την ηλικία των 40 και άνω. Σε περίπτωση που οι γυναίκες θεωρούν ότι υπάρχει κάποια αλλαγή στους μαστικούς αδένες (μαστούς), θα πρέπει να ενημερώνουν άμεσα τον γιατρό τους.
4. Αυτοεξέταση μαστού. Χρήσιμο θα ήταν να γίνεται πολύ συχνά, ακόμα και από την ηλικία των 20 ετών.
5. Μαστογραφία και μαγνητική τομογραφία. Συνιστάται σε άτομα με μεγάλο κίνδυνο (πάνω από 20%, κυρίως λόγω επιβαρημένου οικογενειακού ιστορικού και παθολογικών γονιδίων) κάθε έτος.
Μαγνητική και υπερηχογράφημαΓια τη μαγνητική τομογραφία θα πρέπει να επισημανθεί ότι διεξάγονται μελέτες για να ξεκαθαριστεί κατά πόσον θα ήταν αποτελεσματική στην εύρεση περιστατικών καρκίνου του μαστού σε γυναίκες με ισχυρή προδιάθεση, όπως σε μετάλλαξη των γονιδίων BRCA1 ή BRCA2, στην ύπαρξη συγγενών πρώτου βαθμού που σε μικρή ηλικία διαγνώσθηκαν με καρκίνο του μαστού και σε γενετικά σύνδρομα όπως το σύνδρομο Li-Fraumeni και η νόσος Cowden.
Η μαγνητική τομογραφία μαστού είναι πιο ευαίσθητη εξέταση από τη μαστογραφία, αλλά λιγότερο ειδική. Είναι επίσης περισσότερο ακριβή, αλλά δεν εμπεριέχει ακτινοβολία.
Όσον αφορά, τέλος, το υπερηχογράφημα μαστού, θα μπορούσε να συστηθεί σε κάποιες περιπτώσεις από τον θεράποντα ιατρό, δεν αποτελεί όμως χρήσιμο μέσο από την πλευρά της Δημόσιας Υγείας όσον αφορά την εύρεση νέων περιπτώσεων καρκίνου του μαστού.
Οι ανησυχητικές ενδείξεις
Το σημαντικό είναι να μιλήσει η γυναίκα στον γιατρό αμέσως μόλις δει ή αισθανθεί ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω στοιχεία:
* Ογκίδιο στον μαστό
* Οίδημα (πρήξιμο)
* Ερεθισμό του δέρματος στον μαστό
* Πόνο στον μαστό
* Πόνο στη θηλή
* Εισολκή της θηλής (σαν να βουλιάζει προς τα μέσα)
* Έκκριμα από τη θηλή
Μολονότι συνήθως αυτά τα στοιχεία δεν αποδεικνύεται ότι σχετίζονται απαραίτητα με τον καρκίνο, είναι σημαντικό να ενημερώνεται άμεσα ο γιατρός.
Κάθε πότε πρέπει να γίνονται οι εξετάσεις
1 μαστογραφία τον χρόνο μετά την ηλικία των 40 ετών
1 εξέταση μαστών από τον γιατρό κάθε 3 χρόνια στις ηλικίες 20-39 ετών
1 εξέταση μαστών από τον γιατρό τον χρόνο μετά την ηλικία των 40 ετών
Ο Μελέτιος-Αθανάσιος Δημόπουλος είναι καθηγητής Θεραπευτικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, διευθυντής της Θεραπευτικής Κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου Αλεξάνδρα και αναπληρωτής πρόεδρος της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών
tanea
Η αυξανόμενη χρήση της μαστογραφίας έχει ως αποτέλεσμα τη διάγνωση του καρκίνου του μαστού σε ολοένα και πιο πρώιμο στάδιο (μικρότεροι όγκοι, χωρίς διήθηση των λεμφαδένων της μασχάλης), οπότε οι πιθανότητες επιτυχούς αντιμετώπισής του είναι αυξημένες.
Ο καρκίνος του μαστού αποτελεί την πιο συχνή κακοήθη νόσο στις γυναίκες - υπολογίζεται ότι ετησίως ανιχνεύεται σε περίπου 4.500 Ελληνίδες. Ωστόσο, σημαντικός αριθμός γυναικών (πιθανώς υπερβαίνει το 50% στις ηλικίες άνω των 40 ετών) δεν κάνουν ψηλάφηση μαστού ούτε μαστογραφία, γεγονός που καθυστερεί τη διάγνωσή του.
Σε πολύ μεγάλες τυχαιοποιημένες μελέτες που έχουν γίνει έχει αποδειχθεί η χρησιμότητα της μαστογραφίας στην αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού..
Η μαστογραφία είναι περισσότερο χρήσιμη σε μεγαλύτερες σε ηλικία γυναίκες, οι οποίες και διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν καρκίνο του μαστού. Όπως κάθε εξέταση, όμως, έτσι και αυτή έχει κάποια πιθανά προβλήματα που σχετίζονται με τη χρήση της. Αυτά είναι:
* Θεραπεία λανθανόντων καρκίνων που δεν θα είχαν επίπτωση στην υγεία των ασθενών (υπερδιάγνωση).
* Αν είναι ψευδώς θετική η διάγνωση (μη σωστή), τότε η ασθενής θα μπει αναίτια σε διαδικασία επιπλέον εξετάσεων.
* Αν είναι ψευδώς αρνητική, αργοπορεί η διάγνωση ενώ υπάρχει καρκίνος.
* Επειδή έχει ελάχιστη ακτινοβολία, εάν μία γυναίκα εκτίθεται σε αυτήν σε ηλικία κάτω των 30 ετών μπορεί να έχει κάποιο κίνδυνο από την ακτινοβολία.
Υπολογίζεται ότι η μαστογραφία έχει περίπου 80% ευαισθησία στη διάγνωση του καρκίνου του μαστού, καθώς το 3,5% έως 7,9% των μαστογραφιών είναι ψευδώς θετικές για καρκίνο, ενώ το περίπου 10% ψευδώς αρνητικές.
Ο έλεγχοςΟι συστάσεις για προληπτικές εξετάσεις δεν έχουν αλλάξει μέχρι σήμερα και έτσι για την έγκαιρη ανίχνευση του καρκίνου του μαστού συνιστώνται τα εξής:
1. Συνεργασία με παθολόγο/ οικογενειακό ιατρό, ώστε οι γυναίκες ηλικίας άνω των 20 ετών να έχουν περιοδικές ιατρικές εξετάσεις και να τους δίνονται εξατομικευμένες συμβουλές για μείωση των παραγόντων κινδύνου για καρκίνο του μαστού. Είναι λ.χ. καλά τεκμηριωμένο πως η παχυσαρκία και η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ αποτελούν επιβαρυντικό παράγοντα σε ό,τι αφορά την πιθανότητα ανάπτυξης καρκίνου του μαστού και έτσι ο γιατρός μπορεί να ενθαρρύνει συστηματική σωματική άσκηση και μέτρια κατανάλωση αλκοόλ.
2. Ετήσια μαστογραφία. Συνιστάται από την ηλικία των 40 ετών.
3. Κλινική εξέταση των μαστών. Θα πρέπει να γίνεται περιοδικά, περίπου κάθε 3ετία στις γυναίκες κατά τις δεκαετίες των 20 και των 30 ετών, και κάθε έτος από την ηλικία των 40 και άνω. Σε περίπτωση που οι γυναίκες θεωρούν ότι υπάρχει κάποια αλλαγή στους μαστικούς αδένες (μαστούς), θα πρέπει να ενημερώνουν άμεσα τον γιατρό τους.
4. Αυτοεξέταση μαστού. Χρήσιμο θα ήταν να γίνεται πολύ συχνά, ακόμα και από την ηλικία των 20 ετών.
5. Μαστογραφία και μαγνητική τομογραφία. Συνιστάται σε άτομα με μεγάλο κίνδυνο (πάνω από 20%, κυρίως λόγω επιβαρημένου οικογενειακού ιστορικού και παθολογικών γονιδίων) κάθε έτος.
Μαγνητική και υπερηχογράφημαΓια τη μαγνητική τομογραφία θα πρέπει να επισημανθεί ότι διεξάγονται μελέτες για να ξεκαθαριστεί κατά πόσον θα ήταν αποτελεσματική στην εύρεση περιστατικών καρκίνου του μαστού σε γυναίκες με ισχυρή προδιάθεση, όπως σε μετάλλαξη των γονιδίων BRCA1 ή BRCA2, στην ύπαρξη συγγενών πρώτου βαθμού που σε μικρή ηλικία διαγνώσθηκαν με καρκίνο του μαστού και σε γενετικά σύνδρομα όπως το σύνδρομο Li-Fraumeni και η νόσος Cowden.
Η μαγνητική τομογραφία μαστού είναι πιο ευαίσθητη εξέταση από τη μαστογραφία, αλλά λιγότερο ειδική. Είναι επίσης περισσότερο ακριβή, αλλά δεν εμπεριέχει ακτινοβολία.
Όσον αφορά, τέλος, το υπερηχογράφημα μαστού, θα μπορούσε να συστηθεί σε κάποιες περιπτώσεις από τον θεράποντα ιατρό, δεν αποτελεί όμως χρήσιμο μέσο από την πλευρά της Δημόσιας Υγείας όσον αφορά την εύρεση νέων περιπτώσεων καρκίνου του μαστού.
Οι ανησυχητικές ενδείξεις
Το σημαντικό είναι να μιλήσει η γυναίκα στον γιατρό αμέσως μόλις δει ή αισθανθεί ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω στοιχεία:
* Ογκίδιο στον μαστό
* Οίδημα (πρήξιμο)
* Ερεθισμό του δέρματος στον μαστό
* Πόνο στον μαστό
* Πόνο στη θηλή
* Εισολκή της θηλής (σαν να βουλιάζει προς τα μέσα)
* Έκκριμα από τη θηλή
Μολονότι συνήθως αυτά τα στοιχεία δεν αποδεικνύεται ότι σχετίζονται απαραίτητα με τον καρκίνο, είναι σημαντικό να ενημερώνεται άμεσα ο γιατρός.
Κάθε πότε πρέπει να γίνονται οι εξετάσεις
1 μαστογραφία τον χρόνο μετά την ηλικία των 40 ετών
1 εξέταση μαστών από τον γιατρό κάθε 3 χρόνια στις ηλικίες 20-39 ετών
1 εξέταση μαστών από τον γιατρό τον χρόνο μετά την ηλικία των 40 ετών
Ο Μελέτιος-Αθανάσιος Δημόπουλος είναι καθηγητής Θεραπευτικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, διευθυντής της Θεραπευτικής Κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου Αλεξάνδρα και αναπληρωτής πρόεδρος της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών
tanea
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου