Οι Βολιώτες είναι ευγενείς. Χαιρετούν, χαμογελούν, εξυπηρετούν με
ευχαρίστηση τους επισκέπτες που περπατούν ερευνητικά στην άκρη της
προκυμαίας δίπλα σε λεπτά, μακριά ψαράκια και θαλαμηγούς. Για
μεσημεριανό τσίπουρο προτείνουν την παραλία, για βόλτα τη Νέα Ιωνία και
την πλατεία των Παλαιών, για βιομηχανική αύρα τον Τσαλαπάτα, για
ψυχαγωγία και ψώνια την Ερμού, για γνώση το αρχαιολογικό μουσείο.
Φυσικά, για τις μετακινήσεις υποδεικνύουν ομόφωνα το ποδήλατο!
Τα απογεύματα, με φόντο το Πήλιο, θερινή κατοικία των θεών και
γενέτειρα των Κενταύρων, η πόλη του Βόλου αφήνεται ράθυμα στην αγκαλιά
του Παγασητικού Κόλπου, κι εμείς κάνουμε τον περίπατό μας στο λιμάνι.
Πίσω μας ακούγονται προειδοποιητικά κουδουνάκια και ακτίνες ποδηλάτων
που θροΐζουν καθώς προσπερνούν, πλάι σε καλοντυμένα ζευγάρια ηλικιωμένων
με βαρύ επίσημο βήμα και παρέες νεαρών που βιάζονται να προλάβουν το
ραντεβού τους στου Παπαστράτου.Η βόλτα στην παραλία μοιάζει για λίγο να έχει κάτι το περιπετειώδες και νοσταλγικό από το ταξίδι του Ιάσονα και των Αργοναυτών του, που ξεκίνησαν από εκεί κοντά να βρουν το χρυσόμαλλο δέρας στην Κολχίδα. Καθώς σκοτεινιάζει, χιλιάδες φωτάκια από τα χωριά του Πηλίου κοιτάζουν προς το μέρος μας σαν μικρά λαμπερά μάτια που τρεμοπαίζουν.
Λίγο πιο μέσα η πόλη μοιάζει να μην έχει συνέλθει ποτέ από τη μεγάλη καταστροφή των σεισμών του 1955. Τα όμορφα διώροφα και τα αρχοντικά έπεσαν και τη θέση τους πήραν μουντές και άχρωμες πολυκατοικίες. Μόνο η συνοικία των Παλαιών, με τα χαμηλά σπίτια της, το μεσαιωνικό κάστρο και την πλατεία της θυμίζει κάτι από τις παλιές ιστορίες με τα καραβάνια των Πηλιορειτών, που κατέβαιναν στο λιμάνι και ταξίδευαν σε όλη τη Μεσόγειο πριν από δύο και τρεις αιώνες, πουλώντας μετάξια και βαμβακερά υφάσματα και φέρνοντας πίσω πλούτο και καινούργιες ιδέες.
Χαμηλότερα, προς το εμπορικό λιμάνι, οι μεγάλοι γερανοί που φωτογραφίζονται ως αξιοθέατο από κάθε επισκέπτη, τα κρουαζιερόπλοια με τους τουρίστες, και παντού γύρω στην πόλη τα ίχνη μιας μεγάλης βιομηχανικής παράδοσης. Τα εγκαταλειμμένα κτίρια και οι αποθήκες ή οι ανακαινισμένοι βιομηχανικοί χώροι και τα εργοστάσια που τώρα χρησιμοποιούνται για τον πολιτισμό ή την ψυχαγωγία, "μιλούν" για τη μεγάλη ανάπτυξη του Βόλου πριν από εκατό και πλέον χρόνια.
Οι 5.000 κάτοικοι του 1881 σε λιγότερο από πενήντα χρόνια δεκαπλασιάζονται. Γάλλος περιηγητής του 1890 παρατηρεί ενθουσιασμένος τα άψογα γκαρσόνια του Οτέλ ντε Φρανς που μιλούν γαλλικά, ή τις παριζιάνικες τουαλέτες και τα λουλουδάτα καπέλα στους φαρδιούς δρόμους του Βόλου, πλάι σε βλάχους βοσκούς και Εβραίους εμπόρους.
Από τα δυτικά το Δημοτικό Θέατρο Βόλου διαθέτει τη μεγαλύτερη σκηνή των Βαλκανίων, προϊδεάζοντας τον επισκέπτη για τον περίπατο που ακολουθεί στη μεγάλη σκηνή της παραλίας του Βόλου, ανάμεσα στον Παγασητικό και το βουνό του Πηλίου. Χτίστηκε το 1989 από τον αρχιτέκτονα Πάνο Τσολάκη, είναι χωρητικότητας 1.000 ατόμων και αποτελεί έδρα του Δημοτικού Περιφερειακού Θεάτρου Βόλου και της Συμφωνικής Ορχήστρας της πόλης.
Η ιδέα του σπουδαίου αρχιτέκτονα Δ. Πικιώνη, όταν του ανατέθηκε το σχέδιο για το Δημαρχείο του Βόλου, ήταν να φτιάξει ένα κτίριο εμπνευσμένο από την πηλιορείτικη αρχιτεκτονική. Χτίστηκε το 1970 και το εσωτερικό του διακοσμείται από χαρακτικά του Τάσσου και παλιές φωτογραφίες του Βόλου από τον Στ. Στουρνάρα. Μια σημαντική τριάδα κτιρίων της πόλης, λίγο πίσω από το μέτωπο της παραλίας, αλλά με θέα προς τη θάλασσα, συναντούμε στη διασταύρωση των οδών Δημητριάδος και Μεταμορφώσεως: Το νεοκλασικό του Δημοτικού Ωδείου Βόλου φτιάχτηκε το 1885 για να στεγάσει αρχικά την Τράπεζα Ηπειροθεσσαλίας και στη συνέχεια την Εθνική Τράπεζα. Το 1984 κι ενώ είχε περάσει στον δήμο, άρχισε η αποκατάσταση των ζημιών που είχαν προκληθεί στον σεισμό του 1955 και σήμερα πιάνα, πνευστά και έγχορδα παιανίζουν μέσα στις κομψές αίθουσές του.
Πίσω από το Δημοτικό Ωδείο "κρύβεται" το μοντέρνο, σε μορφή γυάλινου πύργου, Κέντρο Τέχνης Τζόρτζιο ντε Κίρικο ή Πινακοθήκη Αλέκου Δάμτσα, με έργα Ελλήνων καλλιτεχνών από τη συλλογή του Βολιώτη καπνεμπόρου η οποία δωρήθηκε στον δήμο. Το κέντρο οικοδομήθηκε το 1990 και φιλοξενεί περιοδικές εκθέσεις και εκδηλώσεις. Στην είσοδο του επιβατικού λιμανιού το γλυπτό του Πηλιορείτη γλύπτη Νικόλα με την "Αργώ", το καράβι του Ιάσονα και των Αργοναυτών, πάνω σε μαρμάρινο βάθρο, σταδιακά έχει εξελιχτεί στο σημαντικότερο τοπόσημο της παραλίας ή και της πόλης.
Επιστρέφουμε στη νηφαλιότητα και την αρμονία με τρία ακόμη καλοφτιαγμένα κτίρια που κοσμούν την παραλία του Βόλου. Το Ξενοδοχείο Αίγλη, που σήμερα βρίσκεται υπό ριζική ανακαίνιση στο εσωτερικό του, οικοδομήθηκε το 1938 και είναι ένα καλαίσθητο δείγμα της αρχιτεκτονικής αρ νουβό. Από εκείνο περίπου το σημείο ο μοναδικός αμαξάς της παραλίας του Βόλου, Στέλιος Τσαλαβρέτας, αναλαμβάνει την περιήγησή μας στα αξιοθέατα. Με το περιποιημένο και φτιαγμένο στην Ιταλία αμάξι του προσπερνάμε αργά τα καφέ και τα εστιατόρια της παραλίας. Ανθρωποι κάθε ηλικίας απολαμβάνουν τον απογευματινό τους περίπατο, ακούγονται τα κουδουνάκια από τα ποδήλατα, δεκάδες ιστιοφόρα αγκυροβολημένα στη σειρά πλάι μας νανουρίζουν τους επιβάτες τους στο ελαφρύ κυμάτισμα του Παγασητικού.
Η κυρία Χαμ και ο εθνομάρτυρας Δαλέζιος
ethnos
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου