Παρασκευή, Οκτωβρίου 21, 2011

My name,... is Luca...


thumb

Της Τζένης Κ.
Φόβος και διχόνοια. Τα αλάνθαστα όπλα της νέας τάξης.
Ταπεινά ένστικτα. Ποιος την έχει πιο μεγάλη; Να ψοφήσει η κατσίκα του διπλανού. Εγώ θα τη βολέψω. Παλιές μοιραίες ιώσεις στην κυτταρική μνήμη της φυλής.
Ντουμπλ φας καταστάσεις. Να μην ξέρεις ποιος είναι ποιος. Να μην ξέρεις ποιος είσαι. Πατάς μέσα στον κύκλο με την κιμωλία ή απ’ έξω;
Μέσα πάντως…, το διακύβευμα
ήταν υψηλό. Για την ακρίβεια…, υψηλού ενδιαφέροντος.
Ψάχνεις για δουλειά...;
Έξω…, διπλωμένα πανό, straight συνδικαλιστές yesεέδες κι αδεδύδες, φευγάτοι για μπύρα από το προηγούμενο τετράγωνο. Παρακάτω, διαξιφισμοί με καδρόνια σ’ ένα φόντο δηλητηριώδους Θόδωρου Αγγελόπουλου. Οι κινούμενοι στόχοι της ίδιας επίθεσης, αντί να ξεκουραστούν και να ζυγίσουν θετική δύναμη ο ένας πάνω στον ώμο του άλλου, οριοθετούσαν το χώρο τους. Κι όποιος και να πεις ότι είχε οι δίκιο, όποιος και να πεις ότι ήταν αυθεντικός κι όποιος και να πεις ότι δεν ήταν, οι άλλοι θα σε βρίσουν χυδαία. Έτσι, οι διαχειριστές του διακυβεύματος θα τρίβουν με ικανοποίηση τα χέρια τους, πράγμα στο οποίο δε θέλω να έχω την παραμικρή συμμετοχή.
Γι’ αυτό σήμερα θα παλινδρομήσω νευρωτικά στα ’80ς. Είχαμε Αντρέα τότε και περνούσαμε ζωή και κότα ξοδεύοντας εμβάσματα από το μέλλον μας. Είχε χιονίσει Μάρτη εκείνη τη χρονιά και παίζαμε αχόρταγα χιονοπόλεμο στην αυλή του σχολείου. Από κάποιο ραδιόφωνο ακουγόταν ένα ολοκαίνουριο τραγούδι της Σούζαν Βέγκα. Το λέγανε «Λούκα»… Μου έχει κολλήσει από χθες και δε λέει να φύγει…
«Με λένε Λούκα. Μένω στο δεύτερο όροφο. Μένω πάνω από σένα. Ναι, νομίζω πως με έχεις δει… Αν ακούσεις κάτι αργά τη νύχτα, κάποιου είδους φασαρία, κάτι σαν καβγά, απλά, μη ρωτήσεις τι ήταν… μη ρωτήσεις τι ήταν…
Νομίζω ότι είμαι αδέξια, προσπαθώ να μη μιλώ πολύ δυνατά, ίσως φταίει που δεν είμαι καλά στα μυαλά μου, προσπαθώ πάντως να μη φέρομαι με έπαρση. Με χτυπούν μόνο μέχρι να κλάψω. Και μετά απ’ αυτό δε ρωτάω γιατί. Τουλάχιστον, σταματά ο τσακωμός, τουλάχιστον σταματά ο τσακωμός…
Ναι, νομίζω ότι είμαι εντάξει. Έπεσα πάλι πάνω στην πόρτα. Αν με ρωτήσεις, αυτό θα σου πω. Έτσι κι αλλιώς δεν είναι δική σου δουλειά. Και θέλω να μείνω μόνη. Χωρίς αντικείμενα που εκσφενδονίζονται, χωρίς αντικείμενα που σπάνε… Απλά, μη με ρωτάς πώς είμαι, μη με ρωτάς πώς είμαι…»
Η Λούκα, το κακοποιημένο κοριτσάκι του δεύτερου ορόφου δεν έχει καμιά σχέση με τη Λούκα Κατσέλη που μέχρι τις αρχές του τρέχοντος έτους έβαζε, ή μάλλον έβγαζε, μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου, το λιθαράκι της από την εργασιακή παράγκα, συντελώντας στην αποδόμηση του σήμερα. Πάντως, τα προσχήματα τα έσωσε και η υστεροφημία της θα είναι πιο διαυγής από εκείνη της νταλκαδιασμένης μοιρολογήστρας Βάσως που έμοιαζε εψές σα να την είχε βάλει ο Δαλιανίδης να κλάψει κάποιο θείο, με την πιθανότητα κληρονομικών απολαβών. Και η Βάσω και η Λούκα, πρόσωπα των 80’s… Προφανέστατα δεν έχουν σκοπό να ρωτήσουν ποτέ με πραγματικό ενδιαφέρον για τη φασαρία στο δεύτερο πάτωμα…
pontiki

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...