Φωτιά έχουν πάρει οι τιμές στα βασικά είδη διατροφής, από το ψωμί και το γάλα μέχρι το κρέας και το ψάρι, όπως αποτυπώνει έρευνα τιμών, η οποία δείχνει ότι στα τρόφιμα οι τιμές όχι μόνο δεν μειώνονται, αλλά αυξάνονται με ρυθμούς 3% ετησίως. Η αύξηση
του ΦΠΑ από το 10% στο 13% τον τελευταίο χρόνο, αλλά και η ακρίβεια που διατηρείται στην αγορά εκτοξεύουν στα ύψη τις τιμές των τροφίμων.
Την ώρα που τα εισοδήματα των Ελλήνων «καταρρέουν» και νέες εισφορές και τέλη προστίθενται στον... ταλαίπωρο οικογενειακό προϋπολογισμό, οι «τσιμπημένες» τιμές στα βασικά είδη διατροφής υποχρεώνουν τα νοικοκυριά να κάνουν και άλλες περικοπές στο... τραπέζι τους.
Από τον περσινό Απρίλιο έως σήμερα έχουν ανατιμηθεί πάνω από 22.000 προϊόντα, σε ποσοστό που κατά μέσο όρο φτάνει το 5%, ενώ οι αυξήσεις σε μεμονωμένα προϊόντα προσεγγίζουν ακόμη και το 25%.
Οι ανατιμήσεις αφορούν σε 250 προϊόντα ευρείας κατανάλωσης, σε ποσοστό 6,5% κατά μέσο όρο, μεταξύ των οποίων το γάλα, τα απορρυπαντικά και τα τυροκομικά.
Σύμφωνα με την έρευνα του Ελληνικού Κέντρου Καταναλωτών (ΕΛΚΕ-ΚΑ) που επεξεργάζεται τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, οι δαπάνες για τρόφιμα ενός μεσαίου ελληνικού νοικοκυριού αυξήθηκαν τον Αύγουστο κατά 3% σε σύγκριση με πέρσι τον ίδιο μήνα. Ενώ τον Αύγουστο του 2010 για τα ίδια τρόφιμα απαιτούνταν 347,43 ευρώ, φέτος τα νοικοκυριά δαπάνησαν σχεδόν 10 ευρώ περισσότερα φτάνοντας στα 356,24. Στην πραγματικότητα βέβαια, λίγοι ξόδεψαν αυτά τα χρήματα αγοράζοντας τα είδη διατροφής που συνήθιζαν και στο παρελθόν, αφού οι περισσότεροι είτε περιόρισαν τα τρόφιμα που αγοράζουν είτε επιλέγουν φτηνότερα (ιδιωτικής ετικέτας, λαϊκής αγοράς κ.λπ.) σε σχέση με αυτά που αγόραζαν παλαιότερα.
Ακρίβεια
Η ακρίβεια, που τρέχει με ρυθμούς 3% - 4% μηνιαίως λόγω των αυξήσεων σε ΦΠΑ και άλλους έμμεσους φόρους, σε συνδυασμό με τη μείωση των εισοδημάτων τουλάχιστον κατά 15%, έχει δημιουργήσει κλίμα ανασφάλειας που δεν θα μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστες ούτε τις καταναλωτικές μας συνήθειες.
Στα σούπερ-μάρκετ τα καλάθια και τα καροτσάκια πλέον δεν ξεχειλίζουν, αφού οι αγορές γίνονται με μέτρο και με κύριο γνώμονα την τιμή. Στις λαϊκές αγορές οι καταναλωτές αναζητούν το φτηνότερο, ενώ στα μανάβικα, στα κρεοπωλεία και σε άλλα καταστήματα τροφίμων, οι αγορές αφορούν μικρές ποσότητες. Το «σφίξιμο» της ζώνης έχει επιπτώσεις σε όλη την αγορά. Στα καφέ, τα μπαρ και τα εστιατόρια η μείωση του τζίρου ξεπερνά το 50%, στα αρτοποιεία και τα ζαχαροπλαστεία η πτώση κινείται στο 20% - 30%, στα σούπερ-μάρκετ ξεπερνά το 5%, στα πρατήρια υγρών καυσίμων υπερβαίνει το 25%, στα καταστήματα ένδυσης και υπόδησης το 40%, στα κουρεία και κομμωτήρια το 30%, ενώ στα ταξί φτάνει ακόμη και στο 60%.
Η κρίση έχει χτυπήσει όλους ανεξαιρέτως τους καταναλωτές. Τα πιο χαμηλά εισοδήματα αναγκάζονται να κόψουν ακόμη και από τα απαραίτητα, τα μεσαία εισοδήματα από τις σπατάλες των προηγούμενων ετών, ενώ τα υψηλότερα από τις περιττές πολυτέλειες.
Η μείωση της αγοραστικής δύναμης έχει επηρεάσει από το μπακάλικο της γειτονιάς και το περίπτερο, μέχρι τα κέντρα διασκέδασης, τα ακίνητα και τα αυτοκίνητα.
Αγορές από Βουλγαρία - Τουρκία
Πάνω από μισό δισ. ευρώ διαρρέει ετησίως προς τις γειτονικές χώρες αφού υπολογίζεται ότι εξακόσιες χιλιάδες κάτοικοι που διαμένουν κυρίως στις παραμεθόριες περιοχές περνούν κάθε μήνα τα σύνορα προκειμένου να πραγματοποιήσουν αγορές σε πολύ χαμηλότερες τιμές από τη Βουλγαρία, την ΠΓΔΜ, αλλά και την Τουρκία. Βάσει, μάλιστα, των εκτιμήσεων των εμπορικών συλλόγων της Μακεδονίας, της Θράκης, του Βορείου Αιγαίου και των Δωδεκανήσων, πάνω από μισό δισεκατομμύριο ευρώ «διαρρέει» ετησίως προς τις τρεις γειτονικές χώρες για την αγορά καταναλωτικών προϊόντων. Η οικονομική κρίση φαίνεται ότι έχει οδηγήσει σε μεγαλύτερη ένταση του φαινομένου της «καταναλωτικής μετανάστευσης» καθώς αυξάνονται οι Έλληνες καταναλωτές που αναζητούν προϊόντα και υπηρεσίες σε πολύ χαμηλότερες τιμές, με συνέπεια τα εμπορικά καταστήματα στις παραμεθόριες περιοχές να καταγράφουν απώλεια τζίρου ακόμη και 60%. Μία στις τέσσερις επιχειρήσεις στις παραμεθόριες περιοχές έχει οδηγηθεί σε διακοπή της λειτουργίας της, ενώ αρκετές είναι εκείνες που αποφασίζουν να μετεγκατασταθούν στην άλλη πλευρά της συνοριακής γραμμής.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που συνέλεξε η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ), από τους εμπορικούς συλλόγους - μέλη της που εδρεύουν στις παραμεθόριες περιοχές, τις μεγαλύτερες απώλειες τζίρου λόγω της «καταναλωτικής μετανάστευσης» καταγράφουν οι εμπορικές επιχειρήσεις της Φλώρινας, της Λέσβου, της Ορεστιάδας, της Ρόδου και της Κω, χωρίς βέβαια να λείπουν τα προβλήματα και στις υπόλοιπες παραμεθόριες περιοχές. Ειδικότερα, σύμφωνα με τον Εμπορικό Σύλλογο Φλώρινας, η απώλεια τζίρου αγγίζει το 60% ή ένα εκατομμύριο ευρώ τον μήνα καθώς πολλοί κάτοικοι του νομού περνούν στην κοντινή πόλη του Μοναστηρίου – σε απόσταση μόλις 30 χιλιομέτρων από τη Φλώρινα – για να γεμίσουν τα ρεζερβουάρ των αυτοκινήτων τους, να πάνε στο σούπερ-μάρκετ και να φτιάξουν τα δόντια τους.
Στην κορυφή των προτιμήσεων των καταναλωτών βρίσκονται τα είδη ένδυσης και υπόδησης, καθώς και τα προϊόντα εκείνα που έχουν επιβαρυνθεί ιδιαιτέρως την τελευταία διετία με συνεχείς αυξήσεις των ειδικών φόρων κατανάλωσης, όπως είναι τα αλκοολούχα ποτά, τα τσιγάρα και φυσικά τα καύσιμα. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που περνούν τα σύνορα για να πάνε το αυτοκίνητό τους στο συνεργείο ή για να επισκεφθούν τον οδοντίατρο, ενώ οι περισσότεροι προμηθεύονται από τις γειτονικές χώρες και όλα τα τρόφιμα της εβδομάδας.
pontiki
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου